Disable_right_click


Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

Όντως κάθε μέρα είναι δώρο!

Κάθε μέρα είναι δώρο! Μεγάλο δώρο! Τόσο σπουδαίο που συγκινούμαι και κλαίω όταν το συνειδητοποιώ. 

Μου χάρισες, Χριστέ μου, άλλη μια μέρα. Και δεν θα πάω μακρυά: θα πάω στην χθεσινή.Καθώς τέλειωνε η πρωινή κυριακάτικη Λειτουργία συνειδητοποίησα το πόσα 'τέλη' έχω ζήσει. Πόσους κύκλους περιστατικών, περιόδων, βιωμάτων. Πόσες πόλεις, πόσα ταξίδια, πόσα βιώματα, πόσες ψυχές συνάντησα. Πόσες όμορφες στιγμές κοντά σε ανθρώπους που αγάπησαν βαθιά τον Χριστό και τον συνάνθρωπο!

Οπότε, κάθε τέλος είναι μια ευκαιρία να δοξάσω τον Θεό, να πω ένα καρδιακό 'Δόξα τω Θεώ'. Διότι μου χάρισε ακόμη μια μέρα μετά την κάθε ολοκλήρωση ενός κύκλου, μιας περιόδου, ενός περιστατικού και αντιλήφθηκα ότι έκλεισε, ότι τελείωσε κάτι. Άρα, η καρδιά μου σκιρτά και ευχαριστεί τον Θεό.

Αν πάλι δεν το νιώθω ως 'τέλος', σημαίνει ότι ακόμα συνεχίζεται. Οπότε, πάλι θέλω να πω ένα ειλικρινές 'Δόξα τω Θεώ'! Διότι είμαι εδώ, σ'αυτή τη γη, αυτή τη στιγμή και αγωνίζομαι. Ανασαίνω, προχωρώ ή κάθομαι, η καρδιά μου χτυπάει, τα μάτια μου ανοιγοκλείνουν, η ύπαρξή μου ακόμη έχει επιλογές. Γι'αυτό, θέλω να έχουν νόημα οι επιλογές μου. Να'ναι καλές. Να'ναι γεμάτες ευγνωμοσύνη, αγάπη, πίστη, μετάνοια, χαμόγελο.

Ναι, χαμόγελο.

Γι'αυτό, αδερφή/έ, κάθε στιγμή είναι δώρο. Κάθε μέρα είναι δώρο του Θεού. Ας μη το σπαταλώ βυθισμένος στα πάθη μου, στη πνιγερή 'βολικότητά' μου. Ας κοιτάξω και λίγο εκτός του εαυτού μου. Γύρω μου. Τους συνανθρώπους μου. 

Και μιας και είπα 'συνανθρώπους μου', θα'θελα να μοιραστώ μαζί σου ένα περιστατικό που χθες με συγκλόνισε. Είχαμε πάει χθες μια ομάδα ανθρώπων επίσκεψη σ'ένα χωριό. Πολύ λίγοι κάτοικοι (σαράντα; πενήντα;) κι οι πιο πολλοί ηλικιωμένοι. Μικρό χωριό, λίγοι χώροι. Με μια φιλική οικογένεια και το παιδάκι τους πήγαμε στην παιδική χαρά του χωριού: τρεις κούνιες, μία τραμπάλα, και στη μέση ένα σφραγισμένο πηγάδι. Το παιδάκι της οικογένειας έπαιζε μόνο του. 

Μετά από δέκα λεπτά, ήρθε στην παιδική χαρά μια γιαγιά από το χωριό εκεί με το εγγονάκι της. Αρχίσαμε να συζητούμε. 'Πόσα παιδάκια υπάρχουν στο χωριό, γιαγιά;' τη ρώτησα. 'Δύο', μου απαντά. 'Ο Νικολάκης (και μου δείχνει το εγγονάκι της) και η αδερφούλα του που πηγαίνει Δημοτικό. Δεν υπάρχουν άλλα παιδάκια. Σας είδαμε τώρα και ήρθαμε για να παίξει ο Νικολάκης, να έχει παρέα'.

Έτσι, η γιαγιά του Νικολάκη τον προέτρεψε να έρθει να παίξει με το παιδάκι της οικογένειας που είχαμε έρθει. Ο Νικολάκης, που ήταν ένα γλυκύτατο παιδάκι ήρθε τρέχοντας και άνοιξε τη μικρή τσαντούλα του να μοιραστεί τα παιχνίδια του με το παιδάκι το άλλο. Άρχισε να βγάζει ένα-ένα τα παιχνίδια του που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά σπασμένα παλιά παιχνιδάκια... Δεν υπήρχε ούτε ένα παιχνίδι που να ήταν καλό ή καινούριο ή 'της μόδας'... Κι όμως. Τα δύο παιδάκια έπαιζαν μαζί, ήρεμα. Δίχως να ζητούν τίποτε άλλο. Δίχως να τα 'εμποδίζει' (σε πολλά εισαγωγικά η λέξη!) τίποτα.

Θεέ μου. Πόσο μα πόσο διδάχθηκα απ'αυτή τη σκηνή. Και πόσο στεναχωρήθηκα. Πόσο λυπήθηκε η ψυχή μου. Τόση φτώχεια, μοναξιά. Μα και τόση ανοιχτωσιά ψυχής.

Θεέ μου, μαζεύουμε τόσα πράγματα. Συνεχώς να έχουμε καινούρια: κινητά, υπολογιστές, παπούτσια, ρούχα, αυτοκίνητα, οικιακές συσκευές, κλπ. Όλο και πιο πολλά αντικείμενα που απλά ικανοποιούν τη ματαιοδοξία μας. Κι όμως. Σ'ένα χωριό που αργοπεθαίνει, μια ηρωίδα γιαγιά φροντίζει τα εγγονάκια της (προφανώς οι γονείς δούλευαν ολημερίς -από σεβασμό και διακριτικότητα δεν ρώτησα) χωρίς να μπορεί να τους προσφέρει -από υλικά πράγματα- τίποτε παραπάνω από τα απολύτως απαραίτητα. Κι όμως! Η αθωότητα στα μάτια του Νικολάκη και η δύναμη ψυχής στα μάτια της σκληραγωγημένης γιαγιάς ήταν για μένα τεράστιο δώρο και μάθημα ταυτόχρονα.

Γι'αυτό, σου λέω, αδερφή/έ. Κάθε μέρα είναι ένα δώρο. Δώρο σπουδαίο. Δώρο Θεού. Δώρο και λόγος για να ζούμε. Να προσπαθούμε. Να αγωνιζόμαστε και να μετανοούμε. Να αγαπάμε, να πιστεύουμε και να χαμογελούμε.

Συγγνώμη για τη φλυαρία μου. Σε κούρασα.
Ο Χριστός μαζί μας, αδερφή/έ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου