Μου'πες πως ο πόνος σου είναι ολόκληρη θάλασσα γεμάτη τρικυμίες. Και με δυσκολία τα φέρνεις βόλτα. Φίλε, αχ και να'ξερες. Ο καθένας μας έχει τα δικά του κύματα να αντιπαλέψει. Κάθε ζευγάρι μάτια έχει και μια τρικυμιά.
Μα ξέρεις κάτι; Μη φοβηθείς να μου πεις τον πόνο σου. Θα σου πω και γω τον δικό μου. Ας ενωθούν οι θάλασσες μας. Δεν πρόκειται να τρομάξουμε απ'τα κύματα. Θα αγωνιστούμε να σταθούμε στη σχεδία και να παλέψουμε τους άνεμους παρέα.
Και θα'ρθει. Θα'ρθει η γλυκιά εκείνη στιγμή που ο άνεμος θα κοπάσει. Η θάλασσα, οι θάλασσές μας θα γαληνέψουν και τον άγριο, αδυσώπητο άνεμο θα ακολουθήσει ένα γλυκό αεράκι φωτεινό. Πνοή αύρας λεπτής. Ευλογημένος ήλιος που θα στεγνώσει τις πηγές των δακρύων και θα φωτίσει την μισοπνιγμένη απ'την υπερπροσπάθεια καρδιά.
Το ξέρω. Το ξέρεις και συ. Το'χεις ξαναζήσει. Το βίωμα δεν ξεχνιέται. Μένει ζεστό κι ανεξίτηλο στα φυλλοκάρδια των αναμνήσεων. Η προσευχή, φίλε, δεν έχει όρια. Το ιδιο και ο αγωνας. Το ιδιο κι η Αγαπη Του. Ποτέ. Ποτέ δεν μας αφηνει. Οσο μονοι μας κι αν δειχνουν οι ανασες μας πως ειμαστε. Αρκει να δωσουμε μια γροθια στου εγωισμουμας τα βαρη. Να τα πεταξουμε στη θαλασσα.
Κι ολα γινονται φως κι ελπιδα ξανα. Παρεα μ'Εκεινον (που πονεσε πιο πολυ κι απ'όλους εμας μαζι), η ζωη γινεται ευλογια. Χαρα που γεμιζει σαν αγαπημενη μελωδια το δωματιο. Γι'αυτο κι οταν οι αγιοι χαμογελουσαν, ολος ο Παραδεισος αντιφεγγιζε στο ιλαρο, παρακλητικο βλεμμα τους.