Μεσημεράκι κοντεύει. Κοιτάζω έξω απ'το παράθυρο του γραφείου μου. Ο καιρός βροχερός, μουντός, φθινοπωρινός. Ακριβώς έξω υπάρχει ένας πολύ μεγάλος πλάτανος. Σκεφτόμουν πως τα φύλλα του είναι τόσο γεμάτα ζωή ακόμη κι όταν είναι κιτρινισμένα. Ακόμη κι όταν πέφτουν, κρύβουν ένα απίστευτο μεγαλείο. Όμως, η αλήθεια της Δημιουργίας πολλές φορές είναι σιωπηλή.
Η σιωπή. Ένα τόσο μεγάλο κεφάλαιο. Τόσο σπουδαίο.
Πόσες φορές έχουμε αναρωτηθεί σε φάσεις δύσκολες της ζωής μας "Πού είσαι, Θεέ μου; Γιατί δε μου μιλάς;"
Κι όμως... Είναι πάντα εκεί... Δίπλα μας. Στις δοκιμασίες μας τις πιο σκληρές. Θυμάμαι και το παράδειγμα με τον άγιο Σιλουανό. Θυμάμαι και τον μικρό Παναγιωτάκη. Θυμάμαι και τις δικές μου προσωπικές δοκιμασίες και δυσκολίες. Θυμάμαι τόσες και τόσες ψυχές που, ακόμη κι όταν κλυδωνίζονταν από χίλια κύματα θανάτου, το αληθινό τους δάκρυ, το βλέμμα τους είχε μια αστραφτερή καθαρότητα ζωής.
Ζωή. Αλήθεια. Σιωπή... Έννοιες βαθιές, ζωογόνες, γεμάτες αγώνα, πόλεμο, αίμα, χαρά. Μάλλον για να βρεις τη θεϊκότητα πρέπει να σιωπήσεις, να καθαριστείς, να καθαρθείς, να ματώσεις. Να κοιτάξεις κατάματα το έρεβος των αστοχιών σου...
Ξανακοιτάζω τα φύλλα του πλάτανου απέναντι. Δε μιλούν. Όμως, η σιωπή τους είναι γεμάτη απ'την παρουσία του Θεού.
Καλέ μου Θεέ, πατέρα μου στοργικέ, πόσο πολύ με αγαπάς.... Στήριξέ με στις δυσκολίες μου, στην φαινομενική σου 'απουσία' άφησε την θεϊκή σου παρουσία να με αγκαλιάζει.