Disable_right_click


Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015

Επίλογος (Φυσάει)

Ήταν ένας νέος ωχρός. Καθόταν στο πεζοδρόμιο.
Χειμώνας, κρύωνε.
Τι περιμένεις; του λέω.
Τον άλλον αιώνα, μου λέει.

Πού να πάω.

Όσο για μένα, έμεινα πάντα ένας πλανόδιος πωλητής αλλοτινών πραγμάτων, 
αλλά... αλλά ποιός σήμερα ν’αγοράσει ομπρέλες από αρχαίους κατακλυσμούς.

Χρωματίζω πουλιά και περιμένω να κελαηδήσουν.

Αλλά μια μέρα δεν άντεξα.
Εμένα με γνωρίζετε, τους λέω.
Όχι, μου λένε.
Έτσι πήρα την εκδίκησή μου και δε στερήθηκα ποτέ τους μακρινούς ήχους.

Τραγουδάω, όπως τραγουδάει το ποτάμι.

Κι ύστερα στο νοσοκομείο που με πήγαν βιαστικά...
Τι έχετε, μου λένε.
Εγώ; Εγώ τίποτα, τους λέω. Μόνο πέστε μου γιατί μας μεταχειρίστηκαν, 
μ’ αυτόν τον τρόπο.

Το βράδυ έχω βρει έναν ωραίο τρόπο να κοιμάμαι.
Τους συγχωρώ έναν έναν όλους.
Άλλοτε πάλι θέλω να σώσω την ανθρωπότητα, 
αλλά εκείνη αρνείται.

Όμως απόψε, βιάζομαι απόψε, 
να παραμερίσω όλη τη λησμονιά
και στη θέση της ν’ ακουμπήσω, 
μια μικρή ανεμώνη.

Κύριε, αμάρτησα ενώπιόν σου, 

ονειρεύτηκα πολύ μια μικρή ανεμώνη. 
Έτσι ξέχασα να ζήσω.
Μόνο καμιά φορά 

μ’ ένα μυστικό που το'χα μάθει από παιδί, 
ξαναγύριζα στον αληθινό κόσμο, αλλά εκεί κανείς δε με γνώριζε.
Σαν τους θαυματοποιούς 
που όλη τη μέρα χάρισαν τ’ όνειρα στα παιδιά
και το βράδυ γυρίζουν στις σοφίτες τους πιο φτωχοί κι απ’ τους αγγέλους.


Ζήσαμε πάντοτε αλλού.
Και μόνο όταν κάποιος μας αγαπήσει, ερχόμαστε για λίγο
κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον, είμαστε κιόλας νεκροί.

Sos, Sos, Sos, Sos
Φυσάει απόψε φυσάει, 
τρέχουν οι δρόμοι λαχανιασμένοι φυσάει, 
κάτω από τις γέφυρες φυσάει, 
μες στις κιθάρες φυσάει.

Φυσάει απόψε φυσάει, 
μες στις κιθάρες φυσάει.

Δώσ’ μου το χέρι σου φυσάει, 
δώσ’ μου το χέρι σου.



Το πιο αγαπημένο μου ποίημα. Του Τάσου Λειβαδίτη. Τώρα στο τελευταίο δειλινό του Σεπτέμβρη που'ρθε σα βροχή.

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Αυτοί οι μικροί, αλμυροί πλανήτες

Μια χούφτα δάκρυα 
κύλησαν από ένα γαρύφαλλο.
Έπεσαν με κρότο 
στη ρημαγμένη γη.
Κι απ'τις στάχτες της 
γεννήθηκαν δυο μάτια φως.


Άφησε τα πρωτοβρόχια να κυλήσουν απ'το παράθυρο των ματιών σου. Άφησέ τα. Μη βιαστείς να τα σκουπίσεις. Είναι αυτές ακριβώς οι στιγμές που οι αλμυρές σταγόνες -σα μικροί ολοστρόγγυλοι πλανήτες- μπορούν να σε κουβαλήσουν στις φτερούγες τους και να σε βάλουν στην τροχιά της ζωής. Να σου δώσουν λίγη απ'την αλήθεια της φωτιάς. Της λαχτάρας, της δίψας γι'αυτό το εξαίσιο ευαγγελικό απόσταγμα: την ενότητα. 
Η ζωή -οι βιωματικές αυτές ανάσες που μένουν σα μέλι, σαν ευωδία- δεν παλεύεται χωρίς αγώνα. Ούτε χωρίς προσευχή. Κι έχει στην ουσία της ένα μεγάλο ταξίδι: την έξοδο απ'τον εαυτό μας. Ξέρεις κάτι; Τα μάτια σου, τα μάτια μου είναι πλασμένα για να κοιτιόμαστε. Να βοηθάμε ο ένας τον άλλον. Όταν πέφτουμε κι όταν σηκωνόμαστε, όταν κλαίμε ή όταν χαμογελάμε. Όταν ονειρευόμαστε.
Γεμίσαμε το μέσα μας κόσμο με άχρηστα πράγματα. Γκρίζα καθημερινότητα γεμάτη υποχωρήσεις. Κι αντί ν'ανασαίνουμε στο σήμερα, στο τώρα, προσπαθούμε με αγωνία να κρατήσουμε την αναπνοή μας. Η ζωή ίσως κρύβεται στο τρελό κι ουτοπικό. Στο απίθανο. Στο μυστικό. Στο σταυροαναστάσιμο. Ίσως, βιώνεται με μια αγκαλιά και μ'ένα συγγνώμη ολόκληρ'η ζωή μας. Κι όλα τότε γίνονται καινούρια. Ιδού, ποιώ τα πάντα καινά.
υγ: Το εξάστιχο στην αρχή είναι τμήμα από ένα παλιό μου ποίημα

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Μετρώντας τις στιγμές

 Κι έκανα να τους ρωτήσω, μα δίστασα. Τελικά το τόλμησα. Με ξέρετε; τους ρωτώ. Όχι, μου απαντούν εκείνοι. Ποιος είσαι; Είμαι ο άνεμος, τους λέω. Με κοιτούν με απορία. Μα πώς; αναρωτιέμαι. Αφού τόσες και τόσες φορές έχω περάσει απ'την πολιτεία σας. Έχω γνωρίσει το κάθε σας στενό. Έχω σταματήσει να μυρίσω το μικρό νυχτολούλουδο που φύτρωσε στον κήπο της πολυκατοικίας. Έχω δει την υγρασία να κρατά συντροφιά στο συντριβάνι της πλατείας. Έχω αγγίξει τα μαλλιά σας, τα ρούχα σας. Έχω γνωρίσει τα μάτια σας.
  Δε σε ξέρουμε, επιμένουν εκείνοι. Στ'αλήθεια, μάς είσαι άγνωστος. Εμείς ξέρουμε μονάχα αυτούς που βλέπουμε μου λένε. Μα κι εγώ σας περιτριγυρίζω, τούς λέω με παράπονο. Το χειμώνα είμαι κρύος, το καλοκαίρι ζεστός. Ταξίδεψα πάνω από ατέλειωτες θάλασσες. Από ερήμους κι από ψηλά βουνά. Είμαι το θρόισμα των δέντρων και ο χορός των φθινοπωρινών φύλλων. Σας φέρνω ιστορίες απ'τη γη των πάγων. Απ'τον ουρανό, απ'τον ήλιο. Έχω ταξιδέψει παρέα με καράβια. Είδα τα ψάρια να διασχίζουν τον ωκεανό. Ένιωσα τα πεφταστέρια στην τελευταία τους βουτιά. Πώς σας είμαι άγνωστος;
Εμείς μετράμε το χρόνο, μού λένε με στόμφο δείχνοντάς μου το ρολόι της πλατείας. Κρίμα, τους απαντώ. Εγώ μετρώ μονάχα τις στιγμές

artwork by Saito Tomoko

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Το ταξίδι της βροχής

Η άμμος πάντα πέφτει
κι όταν την κρατάς σφιχτά

Τελικά όλα θέλουν το χρόνο τους. Τη δικιά τους ξεχωριστή δυνατότητα ώστε να υπάρχουν. Ν'ανασαίνουν. Να 'είναι'. Πόση ζωή μπορεί να κρύβει μέσα της αυτή η λέξη... Τίποτα καλό δεν γεννιέται με την ανώριμη βιασύνη. Κοιτάζω τα πρώτα φύλλα του φθινοπώρου. Το όμορφο, μαγευτικό χρώμα τους. 
Σε λίγες μέρες θα'ρθει και η βροχή. Θυμάμαι τα περσινά ήρεμα απογεύματα. Που έπαιρνα μια κούπα ζεστό τσάι ή καφέ και παρατηρούσα τη βροχή να κυλάει. Να πέφτει πάνω στις σκεπές και τις ταράτσες των σπιτιών. Να ενώνει τον κόσμο τον εδώ με τον κόσμο τ'ουρανού. Τι θαυμαστό ταξίδι κι αυτό. Το ταξίδι της βροχής... 

υγ: Το δίστιχο της αρχής είναι στίχοι απ'το τραγούδι του Κων/νου Βήτα "Δεν είναι αργά"

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Θυμάμαι

   Θυμάμαι και το ροζιασμένο χέρι που, απ'τις κοπιαστικές ώρες στα χτήματα, είχε πάνω του εμφανή τα σημάδια του χρόνου. Μα επέμενε κρυφά να αγγίζει την αιωνιότητα μετρώντας κόμπους στο κομποσκοίνι του. Ροζιασμένο κι αυτό. Μπολιασμένο με τόσους πόνους, ευχές, δάκρυα, χαμόγελα. Όλα... Όλα εκεί. Στις μικρές, μαύρες υδρόγειους. Ένα ολόκληρο σύμπαν μέσα σ'ένα 33άρι κομποσκοίνι.
   Θυμάμαι και το βλέμμα. Ιλαρό, να εκπέμπει μια απίστευτη γαλήνη. Στιγμές που δε μπορούν να εγκαταλείψουν ποτέ την καρδιά μου. Θα'ναι για πάντα εκεί. Να μου δείχνουν ποιο, τελικά, είναι αυτό που μετράει. Να βάζει στην καρδιά το θάρρος να αψηφήσει τους αέρηδες του πρόσκαιρου. Του εφήμερου. Του βιαστικού. Μ'ένα "Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησέ με". Χωρίς φωνές. Απλά. Ψιθυριστά.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2015

[από δω μέχρι τον ουρανό]


Κι όταν η απόγνωση πλημμύριζε την καρδιά μου,
ήρθαν και μου στάθηκαν πολύχρωμα μπαλόνια.

[από δω μέχρι τον ουρανό #1]

υγ: Μου ήρθε η ιδέα σήμερα το πρωί να φτιάχνω μικρά, άτεχνα δίστιχα που θα εκφράζουν με τρόπο απλό τη δίψα μας για ουρανό, την αναζήτηση της αγάπης Του εκφρασμένης βιωματικά και την ελπίδα πως απ'αυτή εδώ τη στιγμή μπορούμε να ψηλαφίσουμε το ασύνορο της ανεκτικότητας.

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015

Συγχώρα μας...

Να μπορούσα να πάρω τα μικρά σου χεράκια, γλυκό μου αγγελούδι. Να τα φιλήσω.
Πάρε τα φτερούδια σου και πέτα ψηλά, γλυκό μου. Εκεί που πια θα χαμογελάς και θα'σαι χαρούμενο. Συγχώρα μας... Δε ξέρω τι άλλο να πω... Μόνο δάκρυα... 

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Βιωμένη αίσθηση

Πολλές φορές ο πόθος μας για το Χριστό είναι εγκλωβισμένος σε 'υπακοές' ψυχολογικού τύπου, για να νιώθουμε θρησκευτική εξάρτηση για το μελλοντικό παράδεισο. Αλλά ο παράδεισος, αν δεν είναι ζωντανή αίσθηση της Αναστάσεως του Χριστού, είναι ένας ψευδής παράδεισος.
π.Βαρνάβας Γιάγκου (απ'το βιβλίο του "Αμαρτωλών Εκκλησία")

υγ: Καλό μήνα, αδέρφια. Με δημιουργικότητα, ελπίδα, υπομονή καλή κι ό,τι άλλο όμορφο.
υγ2: Τα λαμβάνω τα μηνύματά σας. Σας ευχαριστώ από καρδιάς!